Σελίδες για τη ζωή και το έργο του Χρήστου Χαρτοματσίδη
 
    Για τη ζωή..  
   
Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης γεννήθηκε το 1954 στη Βουλγαρία από οικογένεια Ελλήνων πολιτικών προσφύγων. Σπούδασε ιατρική. Τα λογοτεχνικά του έργα πρωτοδημοσιεύτηκαν σε βουλγαρικές εφημερίδες και περιοδικά. Για το έργο του βραβεύτηκε δύο φορές (Β' βραβείο) σε πανβουλγαρικους διαγωνισμούς διηγήματος και το 1990 πήρε το 2ο βραβείο στο διαγωνισμό μυθιστορήματος του Εκδοτικού Οίκου Χ.Γ.Δάνοβ.
Η λογοτεχνική του δραστηριότητα συνεχίστηκε στην Ελλάδα, όπου εγκαταστάθηκε το 1980, με δημοσίευση μεταφράσεων στο περιοδικό "Νέα Πορεία"της θεσσαλονίκης και δημοσίευση διηγημάτων στα περιοδικά "Το δέντρο", "Ιστός" και στην εφημερίδα "Τα Νέα".
Ο Χρήστος Χαρτοματσίδης, που από το 1988 κατοικεί στην Κομοτηνή, έχει εκδόσει τα εξής βιβλία:

- "Η έξοδος μετά τις 6 μ.μ. απαγορεύεται" (θεατρικό, 1984)
- "Ο Ξένος" (ποιήματα, 1986)
- "Το Ασανσέρ" (θεατρικό, 1986)
- "Η νύχτα των εμβρύων" (ποιήματα, 1986)
- "Το παλιό κτίριο", (συλλογή διηγημάτων), Νεφέλη, Αθήνα 1991
- "Κιθαρίστας σε ταβέρνα", (μυθιστόρημα), Πατάκης, Αθήνα 1996
- " Οι Περιπέτειες του Μπρέγκα", (μυθιστόρημα), Πατάκης, Αθήνα 2000
Σήμερα έχει, ήδη, έτοιμο προς έκδοση το νέο θεατρικό του έργο.
 
    Για τη συλλογή διηγημάτων "Το παλιό κτίριο" και τα μυθιστορήματα "Κιθαρίστας σε ταβέρνα" και "Οι Περιπέτειες του Μπρέγκα"
 
   

Τα δώδεκα κείμενα του τόμου "Το παλιό κτίριο" ανήκουν στην παράδοση του μικρού διηγήματος, χαμηλόφωνου τόνου και ρεαλιστικής γραφής. Στην πρώτη ομώνυμη με το βιβλίο ενότητα, που αποτελείται από έξι διηγήματα, βρισκόμαστε στη Σόφια της δεκαετίας του '50. Άνθρωποι απλοί (φοιτητές, σπιτονοικοκυρές, στελέχη του κόμματος, Έλληνες πολιτικοί πρόσφυγες) ζουν την καθημερινότητα με προστριβές, μικροχαρές καθώς και τις δυσκολίες για την εξασφάλιση των απαραιτήτων της διαβίωσης. Φροντίδα του συγγραφέα είναι η διατήρηση μιας ουδετερότητας, μιας ίσης απόστασης απέναντι στους ήρωες και τα πράγματα. Η τεχνική αυτή αφήνει τα πρόσωπα να μιλούν για τα προβλήματα τους μοναχά τους και επιτρέπει στις καταστάσεις να παίρνουν το δρόμο τους και αδιοράτως να μεταστρέφονται δημιουργώντας μια αίσθηση νοσταλγίας για το παλιό, το φθαρμένο και το οριστικά χαμένο.
Πιθανώς το ευτυχέστερο επακόλουθο όλων αυτών των αλλαγών, ανακατατάξεων και μετακινήσεων που συμβαίνουν την τελευταία δεκαετία στη Χερσόνησο του Αίμου, να είναι η δημιουργία μιας βαλκανικής λογοτεχνίας που θα διαδεχθεί, μάλλον θα παρακάμψει το σοσιαλιστικό ρεαλισμό. Με ρίζες, για τις οποίες και υπερηφανεύονται στο Βυζάντιο, οι βαλκανικές χώρες πριν από τον Πόλεμο, στάθηκαν ανοικτές στα ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά κινήματα. Επιρροή που, καθώς φαίνεται συνεχίστηκε κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής διακυβερνήσεως, αν και σε κάποιες απ' αυτές πρέπει να υπήρξε εντονότερη η αίγλη του αμερικανικού τρόπου. Τα τελευταία χρόνια οι νεότεροι Βαλκάνιοι συγγραφείς παρουσιάζουν ενδιαφέροντα δείγματα γραφής και, σε ορισμένες χώρες, συνυπάρχουν με τους παλαιότερους στις ίδιες λογοτεχνικές ενώσεις ή και εκδοτικούς οίκους.
Ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Βουλγαρία, όπου οι κραδασμοί των ρήξεων απορροφήθηκαν από ένα κρατικό οικοδόμημα που εξωτερικά τουλάχιστον διατήρησε την ακεραιότητα του. Ενδεικτική περίπτωση, ο Χρ. Χαρτοματσίδης και η πορεία του μυθιστορήματος του. Δίγλωσσος κατ' ανάγκην ο συγγραφέας, μια και η μοίρα του Ελληνικού Εμφυλίου το έφερε να γεννηθεί στη Βουλγαρία, το 1954 σ' ένα νοικοκυριό πολιτικών προσφύγων κατορθώνει και δίνει στη γονική κακοτυχία τροπή προς το καλύτερο. Εκφράζεται γραπτά και στις δύο γλώσσες και τα κείμενα του γίνονται αποδεκτά και στη γενέτειρα και στη χώρα καταγωγής. Παρομοίως επαγγελματικά αναγνωρίζεται και στις δύο "όχθες" σπουδασμένος γιατρός στη Βουλγαρία, από το 1980, σταδιοδρομεί στην Κομοτηνή...

Μάρη θεοδοσοπούλου,
"Εποχικά, Κείμενα για νεότερους πεζογράφους", Νεφέλη, Αθήνα 1999, σ. 156


Το ταλέντο του εκ Βουλγαρίας ορμώμενου, γόνου Ελλήνων πολιτικών προσφύγων και γιατρού Χρήστου Χαρτοματσίδη,
(γεν. 1954) έγινε εμφανές σχεδόν αμέσως με την έλευση του στην πατρίδα και σχολιάστηκε ευρέως, ιδίως με τη συλλογή διηγημάτων "7ο παλιό κτίριο".
ράγματι, τα στοιχεία εκείνα που σηματοδοτούν τη συλλογιστική δόμησης των έργων του Χαρτοματσίδη, είτε ποίηση είτε θέατρο είτε πεζογραφία είναι αυτό που καταπιάνεται, έχουν να κάνουν πρώτιστα με το καυστικό χιούμορ και το σαρκασμό.
Γι' αυτό τα βιβλία του αν δεν ειδωθούν σαν πρόσχημα εύπλαστο για κατανόηση θεσμών ολόκληρων δεκαετιών βαθιά ριζωμένων στην ψυχή του λαού της γειτονικής χώρας, υπάρχει ο κίνδυνος να θεωρηθούν "ελαφρά" να περάσουν σαν σατυρικά στιγμιότυπα και εν τέλει να μην πετύχει η ανατομία των ηθών που επιχειρεί ο συγγραφέας, στην προσπάθεια του να διερευνήσει τις αιτίες αλλά και τους μοχλούς ενός συστήματος που κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Βέβαια η δεκαετία του 70, όπου αναφέρεται το μυθιστόρημα "Κιθαρίστας σε ταβέρνα", είναι πολύ πριν την πτώση, οι ρωγμές όμως είναι εμφανείς, η νοοτροπία αλλάζει, τα καθιερωμένα δέχονται κριτική, η πονηριά και η καπατσοσύνη ανάγονται σε επιστήμες, γενικά χάνεται το γνωστό τροπάρι περί των κατακτήσεων, ενώ η ατομικότητα παίρνει διαστάσεις ανεξέλεγκτες, θα ήταν επίσης λάθος μεγάλο να διαβάσουμε τον "Κιθαρίστα" σαν ένα απλό ερωτικό μυθιστόρημα, παρά το γεγονός ότι η πρόθεση φανέρωσε μεγαλύτερη έμφαση σ' αυτόν τον τομέα...

Χρίστος Παπαγεωργίου,
"Ανατομία μιας πόλης",
Εφημερίδα "Αυγή"


Στο μυθιστόρημα του Χρήστου Χαρτοματσίδη "Κιθαρίστας σε ταβέρνα" επιχειρείται η απόδοση μιας κοινωνίας άλλης, αλλά και συγγενικής, σε βασικές δομές, __·με την ελληνική, με τον καθοριστικό ρόλο της οικογένειας που λειτουργεί ως τροχοπέδη στα εφηβικά πετάγματα του ήρωα, όπως και του συστήματος (οιουδήποτε συστήματος) που απαιτεί την ενσωμάτωση των νεαρών μελών. Ανάμεσα σε δύο γυναίκες, σύμβολα ελευθερίας και αποκατάστασης, ο ήρωας διχάζεται, υποκύπτει, αντιδρά. Τα περιθώρια στενεύουν, οι πραγματικά επαναστατικές πράξεις για την υιοθέτηση ενός άλλου τρόπου ζωής εκλείπουν. Αφήγηση παραδοσιακή που δεν αποφεύγει τους πλατειασμούς, διαθέτει ένα ισχυρό προτέρημα: το σαρωτικό και υπόγειο χιούμορ του αφηγητή/ήρωα που αγγίζει το σαρκασμό για τους γύρω αλλά, πρώτιστα για τον εαυτό του.

Δ.Τ. Περιοδικό "Διαβάζω"


Διαβάζοντας το μυθιστόρημα ειλικρινά δεν ξέρεις πού να πρωτοαφιερώ-σεις την προσοχή σου: στις σπαρταριστές περιπέτειες του ήρωα Ιωσήφ Μπρέγκα ή στην ενδιαφέρουσα δομή του έργου. Ευτυχώς, η πολυδιάστατη προσωπικότητα του ήρωα, τα ευτράπελα καμώματα του και η ανεπιτήδευτη αφήγηση αποζημιώνουν τον αναγνώστη και δίνουν στο παραπάνω δίλημμα τη λύση της ευχάριστης ανάγνωσης, που ανασκαλεύει αναμνήσεις, τις οποίες μπορεί εμείς οι νεότεροι να τις δανειστήκαμε από μια πρόσφατη και συχνά ελλιπή ιστορική και λογοτεχνική καταγραφή, ωστόσο διεγείρουν το συναίσθημα κι εγείρουν το νου. Αυτό είναι άλλωστε και το ζητούμενο.

Αναστασία Χατζηνικολάου, φιλόλογος


[...]Ειρωνική διάθεση υπάρχει και στα δύο προηγούμενα βιβλία του Χρ. Χαρτοματσίδη, τη συλλογή διηγημάτων "Το παλιό κτίριο" (1991) και το μυθιστόρημα "Κιθαρίστας σε ταβέρνα", (1996). Μόνο που σχεδόν διαφεύγει της προσοχής του αναγνώστη, καθώς οι περιπαικτικές νύξεις ποικίλλουν μια, κατά τα άλλα, ελλειπτική αφήγηση χαμηλών τόνων. Παρ' όλο που το τρίτο βιβλίο κινείται σε παραπλήσια με τα δύο προηγούμενα θεματική περιοχή, μάλιστα, κάποιοι ήρωες των διηγημάτων επανεμφανίζονται, ενώ μνημονεύονται και πάλι ορισμένα χαρακτηριστικά περιστατικά, το όλο εγχείρημα προβάλλει τελείως διαφορετικό.
κ πρώτης όψεως ο τίτλος και το ξεκίνημα του βιβλίου φαίνεται να παραπέμπουν σε όλους εκείνους τους αφελείς και κωμικούς μυθιστορηματικούς ήρωες που, με τις περιπέτειες τους, μας διασκεδάζουν ανά τους αιώνες, από τον Ζιλβλάσιο και τον Οϋλενσπήγκελ ως τον καλό στρατιώτη Σβέικ των αρχών του 20ου αιώνα. Τελικά, όμως, ο ήρωας του Χρ. Χαρτοματσίδη πόρρω απέχει ενός χαρακτήρα τυχοδιώκτη ή έστω κυνικού, θα λέγαμε ότι μάλλον προσομοιάζει ενός πολύπαθους. Ύστερα, στις σχετικές μυθιστορίες, οι περιπέτειες ανιστορούνται από τον ίδιο τον ήρωα, ενώ ο Χρ. Χαρτοματσίδης αναλαμβάνει αυτοπροσώπως την αφήγηση. Προβλέπει, ωστόσο, κατά τον τρόπο των παλαιότερων τον αρμόζοντα πρόλογο, όπου και επικαλείται την ευμένεια του αναγνώστη.
Μόνο που αυτός, σε αντίθεση με έναν Λεσάζ ή με τον πρώτο τη τάξει Έλληνα μυθιστοριογράφο Γρηγόριο Παλαιολόγο, δεν απευθύνεται στους αυριανούς κοινωνικούς ανατόμους, αλλά τον απασχολούν "οι ιστορικοί του μέλλοντος", για τους οποίους μετά σοβαροφάνειας σημειώνει: "Όπως οι αρχαίοι ήρωες έχουν θεϊκούς προγόνους, κι ο Μηρέγκας κατάγεται από οικογένεια μικρομεσαίας νομενκλατούρας..."

Μάρη θεοδοσοπούλου, "Εντεύθεν του παραπετάσματος", Εφημερίδα "Το Βήμα"

 
    Κρίσεις για το σύνολο του πεζογραφικού του έργου...  
    Το πρώτο απ' αυτά που έρχεται στο νου μας είναι η συμπάθεια του -δεν ξέρω αν είναι η καταλληλότερη λέξη, ο αλτρουισμός του εν τέλει-, προς κάθε ταπεινό και ανήμπορο, προς κάθε ταλαιπωρημένο απ' τη ζωή, αληθινό προλετάριο ή τσιγγάνο λαθρέμπορα, όπως πολύ περισσότερο λόγω της βιωματικής και οικογενειακής του ιστορίας και δομής, προς τους πολιτικούς πρόσφυγες. Όλα αυτά τα συναντάμε κυρίως στο "Παλιό κτίριο" σποραδικά όμως και με μεγαλύτερη σαφήνεια, όταν η θεματική το απαιτεί, σ' ολόκληρο το έργο.


Σ' αυτές τις περιπτώσεις που ο Χαρτοματσίδης αφήνει την πένα του να πλανηθεί και ν' απλωθεί σαν φύλακας άγγελος πάνω απ' τα κεφάλια αυτών των κατατρεγ-ιμένων - οι οποίοι βγαίνουν από ένα διήγημα για να μπουν σ' ένα θεατρικό ή σ' ένα μυθιστόρημα-, καθώς κατατρύχεται από τύψεις αν τους εγκαταλείψει άστεγους στη μοίρα τους, προσομοιάζει συγγραφικά μια που η θλίψη είναι έντονη και αληθινή και όχι μελοδραματική, με τους Ρώσους κλασικούς και ιδιαίτερα τον Τσέχωφ, οι οποίοι σίγουρα υπήρξαν οι μεγάλοι του δάσκαλοι στη μέχρι τώρα συγγραφική του πορεία.

Χρίστος Παπαγεωργίου, ποιητής - κριτικός λογοτεχνίας



Δε φαίνεται εκ πρώτης όψεως να σχετίζεται ο στίχος του Βύρωνα Λεοντάρη*1 με την ουσία του έργου του Χρήστου Χαρτοματσίδη. Δε σημαίνει βέβαια πως ο συγγραφέας δεν φιλοδοξεί (κι εντέλει επιτυγχάνει) να κάνει τέχνη... δε σημαίνει πως η γενεσιουργός αιτία της ενασχόλησης του δεν ήταν και δεν παραμένει για την ώρα τουλάχιστον, το περιβάλλον του στη Βουλγαρία, οι μνήμες και οι αναφορές των οικείων του διπλά φορτισμένες: όχι μονάχα από τις πολιτικές συγκυρίες, την προσφυγιά, την επιβίωση σε τόπο ξένο, αλλά επιβαρημένες και από την πίστη σε μια ευρύτερη κοινωνική και πολιτική ανατροπή, την ιδεολογία, το σοσιαλιστικό όραμα, έστω και ως ουτοπία. Μια πορεία (και μια πραγματικότητα), που ενώ διακρίνεται για την τραγικότητα της (ως ιστορία ή ως φάρσα), εν τούτοις δεν επιφέρει τον πανικό κι επομένως δεν αποζητά την Τέχνη ως καταφύγιο.
Αντίθετα, ο ήπιος λόγος του συγγραφέα, η ψύχραιμη θέαση, η νηφάλια τοποθέτηση, η έγκαιρη και εις βάθος αποστασιοποίηση του απ' όσα περίπλοκα και ταυτοχρόνως απλοϊκά ζει, σε μια κοινότητα όπου το θυμικό και το παρ-άλογο ορίζουν τις αυταπάτες και ωθούν τους πολίτες - πρωταγωνιστές - ήρωες σε απλουστεύσεις και μονομερείς εκτιμήσεις -η μικρομεσαία νομενκλατούρα του Μπρέγκα για παράδειγμα-, τα κείμενα του Χ. παραπέμπουν περισσότερο σε μια ώριμη γραφή, παρά σε ένα έργο προϊόν πανικού. Με τον όρο "ώριμο" -μια και ο Χ. πεζογράφος της εν εξελίξει γενιάς του '80 βρίσκεται ακριβώς στην εκκίνηση- εννοούμε περισσότερο μια πρόωρη ενηλικίωση του, μέσω ενός αφηγηματικού μινιμαλισμού, μια απέριττη μορφικά τεχνική, που δεν αποτελεί τόσο κατάκτηση όσο ανάγκη άμυνας του.
Απλώς έτσι εκφράζεται στον Χ. ο "πανικός μπροστά στην πραγματικότητα". Με μια "ανεξίκακη ειρωνική διάθεση, δίχως να εξωραΐζει καταστάσεις κι ανθρώπους", όπως σημείωνε στην "Εποχή" (10.5.1992) η Μάρη θεοδοσοπούλου. Μια ρεαλιστική αναπαράσταση ενός κόσμου καθημερινού περισσότερο νικημένου παρά νικητή. Ένα παιχνίδι, όπως είναι άλλωστε και η Τέχνη, ένα στοχαστικό παιχνίδι γεμάτο υπαρξιακές αγωνίες και ερωτήματα, με τη σκέψη και τη γραφή ν' αποτυπώνεται 'με άνεση στο χώρο και το χρόνο που επιμένει να κινείται και ταυτοχρόνως να μένει ακίνητος, να ακμάζει και να παρακμάζει, να αγωνιά, να λυπάται, να πέφτει αλλά και να καταφέρνει να σταθεί στα πόδια του, όπως ο άνθρωπος [...]

Το τραγούδι του ξένου για το ψυχιατρείο
Είναι στυφό τα σύκα στο ψυχιατρείο,
γιατί ο τρελός
που κάνει την αγελάδα,
κάθε πρωί τα γλείφει με τη γλώσσα του
και συνεχίζει
ανάμεσα στις παπαρούνες
κουνώντας την ουρά του

Από την ποιητική συλλογή "Ο ξένος", 1986


Οι ήρωες του Χ., άλλοτε ανώνυμοι, στο περιθώριο διακριτικά -κάποτε κι αμήχανοι, κι άλλοτε επώνυμοι που συνεχίζουν να ιστορούν και να ιστορούνται από σελίδα σε σελίδα, με μια εξέλιξη στο χρόνο -ως συνέχεια και στα οράματα- ως διάψευση, μου φέρνουν στο νου το στίχο του Ουίλιαμ Γέητς: "όλοι τους σέρνονται. Βήχουν μελάνι", αλλά και το μυθιστόρημα του Κάρλο Φουέντες "Ταχρόνια με τη Λάουρα Δίας", με τις αναφορές του στα επαναλαμβανόμενα μοτίβα της ιστορίας, της κάθε ιστορίας, αδιάφορο αν πρόκειται για το Μεξικό και την αριστερά με τον Τρότσκυ, τον Ριβέιρα και την Κάλο, την Ελλάδα με τον Παπαδόπουλο και τον Πατακό, ή τη Βουλγαρία με το πορτρέτο του στοργικού "πατερούλη" Στάλιν να χαμογελάει στον τοίχο του κουρείου "Η Κόκκινη αυγή", κάτω από την επιγραφή: "Το μπαξίσι είναι ταπεινωτικό για όλους".[...]


Το έργο του πάντως, και στο σημείο αυτό μπορούμε να επιχειρήσουμε κάποια σύγκριση ως προς το λεπτό ειρωνικό ύφος με τους σύγχρονους του Δ. Πετσετίδη και Ν. Βασιλειάδη, αφορά την κοινότητα, τον άνθρωπο δηλαδή μέσα στην κοινωνία, ακόμα και όταν σκιαγραφεί ή καυτηριάζει ατομικές πράξεις, αντιφάσεις ή παραλείψεις. Βρίσκεται μακριά από την πεζογραφία του ατομικού ή ιδιωτικού οράματος, την πεζογραφία του life ή μάλλον του light style (όπως την ονόμασε εύστοχα ο Μπουκάλας), τις περιγραφές του προσωπικού κενού (όχι ως αδιέξοδο, αλλά ως πόζα συγγραφική).


Κώστας Κρεμμύδας, ποιητής- εκδότης του περιοδικού "Μανδραγόρας"

*1 Η τέχνη είναι πανικός μπρος στην πραγματικότητα

Ο επόμενος μας φόβος θα είναι
η επόμενη μας ύπαρξη, και τότε,
θα νοσταλγήσουμε - τους προηγουμένους.
... θυμάσαι,
τους εφιάλτες των τυφλών-όλο σπρωξίματα και ήχους;

Από την ποιητική συλλογή "Η νύχτα των εμβρύων", 1986


Μέσα από τις σελίδες των λογοτεχνημάτων του προβάλλει πότε αμυδρά υποφώσκοντας και ποτέ έντονα εκφρασμένη η αίσθηση από το άδειασμα της ψυχής και των ονείρων όλων εκείνων που πίστευαν ότι προσφεύγοντας, έστω και αναγκαστικά, στις χώρες του Ανατολικού μπλοκ, θα συναντούσαν τη θριαμβευτική γεύση της ζωής της πανανθρώπινης λευτεριάς, της ανατολής μιας νέας κοινωνίας, αλλά διαψεύσθηκαν.
Αυτός ο κόσμος των πολιτικών προσφύγων βρήκε έκφραση στα κείμενα του Χρήστου Χαρτοματσίδη. Είναι από τους πρώτους, για μην πω ο πρώτος, που κεντρίσθηκαν και καταπιάστηκαν με το όραμα αυτού του κόσμου. Από τους πρώτους που έσπασαν την σιωπή, που απελευθέρωσαν την σκέψη από το φρικαλέο βασανισμό της πίκρας για την μεγάλη ήττα της ελληνικής αριστεράς στον εμφύλιο, για τα λάθη της ηγεσίας, για το γκρέμισμα των ονείρων και των ελπίδων πως ίσως να ήταν καλύτερος ο εκπατρισμός, ακόμη και με την μορφή της αναγκαστικής καταφυγής, αφού, όπως τους έλεγαν, θα βίωναν πλέον όλα εκείνα, ή τα περισσότερα από εκείνα για τα οποία πρόσφεραν χρόνια ζωής, χρόνια αγώνων, χρόνια θυσίας, χρόνια θανάτου. Και που φυσικά έμειναν μετέωροι, καθώς για άλλα τους διαβεβαίωναν και άλλα έβλεπαν και συναντούσαν, στον ονειρεμένο κόσμο των καθεστώτων που φάνταζαν στο ιδεολογικό τους "πιστεύω" σαν λυτρωτική προσμονή και σαν καταξίωση της ζωής.
Αλλά και ένα άλλο όραμα εκφράζεται μέσα από τα κείμενα του Χρήστου Χαρτοματσίδη. Η πίκρα ή η έκπληξη, που δοκίμαζαν οι επαναπατριζόμενοι όταν φτάνοντας κι παραμένοντας, πλέον, στην Πατρίδα, συναντούν την γλίσχρα και πενιχρή υποδοχή τόσο των οικείων όσο και των φίλων, αλλά και του επίσημου συντροφικού τους κομματικού μηχανισμού, που βρίσκεται πια διασπασμένος, χωρισμένος.
Και μέσα από το δράμα και την τραγικότητα των διαψεύσεων όλων αυτών. Να σου! Εμφανίζεται και η ειρωνεία για το ξεγλίστρισμα της αναμονής, για κάποια μητρική και φιλόξενη ελληνική κοινωνία. Όπου ένας έφηβος διαπαιδαγωγημένος σε μια ξένη χώρα με τα επαναστατικά σοσιαλιστικά ιδεώδη, ενυ-πνιάζεται την επιστροφή στην Ελλάδα σαν ένα επαναστατικό τραγούδι που καταλήγει ειρωνικά στον αυτοσαρκασμό. "... μετά βέβαια θα βάλει τις βάσεις της πανανθρώπινης ευτυχίας".
λα αυτά λοιπόν, για την λογοτεχνική γραφή του Χρήστου Χαρτοματσίδη, που η παρουσία του, οι συμπεριφορές και η διαβίωση του στην Κομοτηνή, αποτελούν τιμή για την πόλη μας.

Τάσος Βαβατσικλής

 
    Σημειώσεις για τα μονόπρακτα του Χρήστου Χαρτοματσίδη  
   

Τα δύο μονόπρακτα του Χ.Χ. γράφτηκαν αμέσως μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, κατά τη διάρκεια της οκτάχρονης διαμονής του στη θεσσαλονίκη.
Το μονόπρακτο "Η έξοδος μετά τις 6 μ.μ. απαγορεύεται", που εκδόθηκε το 1984, σηματοδοτεί και την πρώτη του επίσημη, αλλά και αυτόνομη, συγγραφική παρουσία στο χώρο της λογοτεχνίας.
Ακολούθησαν η ποιητική συλλογή "Ο Ξένος", και την ίδια χρονιά, το 1986, το δεύτερο θεατρικό του μονόπρακτο "Το ασανσέρ", αλλά και η ποιητική συλλογή "Η νύχτα των εμβρύων".
Ως πεζογράφος ο Χ.Χ. θα πραγματοποιήσει την πρώτη του εμφάνιση πέντε ολόκληρα χρόνια μετά, το 1991, με τη συλλογή διηγημάτων "7ο παλιό κτίριο". Εντούτοις, το "Η έξοδος μετά τις 6 μ.μ. απαγορεύεται", "Ο Ξένος", "Η νύχτα των εμβρύων" και "7ο ασανσέρ", όλα "προϊόντα" της πρώτης δεκαετίας μετά την επιστροφή του Χ.Χ. στην Ελλάδα, έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ανάγνωση του μετέπειτα έργου του συγγραφέα.
Κατ' αρχήν και τα τέσσερα, τα δύο θεατρικά, αλλά και οι δύο ποιητικές συλλογές, δίνουν την εντύπωση ότι λειτουργούν από την άποψη του περιεχομένου και των τεχνικών της γραφής*1, ως ενότητα και προοιωνίζουν με τον καλύτερο τρόπο όσα η λογοτεχνική κριτική θα εντοπίσει και θα εξάρει, αποτιμώντας τις λογοτεχνικές του αρετές, στο μετέπειτα πεζογραφικό έργο του Χ.Χ. θεματικά, τα μονόπρακτα του Χ.Χ. προδρόμως καταδείχνουν ότι ο συγγραφέας, ήδη από την πρώτη δεκαετία της διαμονής του στην Ελλάδα -ως ξένος όπως εξομολογείται στην ομότιτλη ποιητική του συλλογή,- είχε δώσει απάντηση στο ζήτημα της ποιότητας της εξουσίας, βασικού μοτίβου στο σύνολο της συγγραφικής του παραγωγής.
Ζώντας τις γραφειοκρατικές δομές της εξουσίας στον κόσμο του αποκαλούμενου υπαρκτού σοσιαλισμού στο γενέθλιο τόπο, ο Χ.Χ. έξι, μόνον, χρόνια μετά στην Ελλάδα, στον τόπο καταγωγής του, μελετώντας το τοπίο της εξουσίας στην άλλη του διάσταση, στον κόσμο του καπιταλισμού, έχει, ήδη, καταλήξει.
Εξουσία και άσκηση πυγμής για τον εξουσιαστή αφ' ενός και φόβος αφ' ετέρου για τον εξουσιαζόμενο είναι ταυτοχρόνως υφιστάμενες, πολλαπλασιαστικές συναισθημάτων, εναλλασσόμενες αλλά και ανανεούμενες συνεχώς και αδιεξόδως συνισταμένες, τόσο ως έννοιες, όσο και ως πραγματικότητα. Στο επίλογο του "Ασανσέρ" χαρακτηριστικά διαβάζουμε:
" ΦΩΝΗ: Αν θέλετε να απελευθερωθείτε απ' το ασανσέρ που εγκλωβιστήκατε
- Γκρεμίστε την πολυκατοικία σας!
ΦΩΝΗ: Μα αυτό δεν δίνει καμία λύση!
ΦΩΝΗ: Και ποιος σου είπε πως δίνει λύση;
ΦΩΝΗ: Βαρέθηκα πια τις αλληγορίες!
ΦΩΝΗ: Κι όμως πρέπει να υπάρχει κάποια έξοδος.
ΦΩΝΗ: Όλα αυτά μου είναι τόσο γνωστά σαν να τα είχα ζήσει και πάλι μιαν
άλλη φορά..."
Τα είχε ζήσει...

Τ.Β.


*1 Από την άποψη του περιεχομένου: το ζήτημα της εξουσίας και οι τρόποι άσκησης της είναι κυρίαρχα στο έργο του Χ.Χ. Με αφετηρία λογοτεχνική τον Σαίξπηρ, ο Χαρτοματσίδης φαίνεται ότι "σπουδάζει" παρατηρώντας με οξυδέρκεια αλλά και συμπάθεια, - αρετές, οι τελευταίες που τις προσφέρει η σπουδή στον Τσέχωφ-, κάθε έκφανση εξουσίας στον κόσμο των υγιών και μη, "τύποις", ατόμων. Μαρά - Σαντ και Φουκό ήταν ακόμη στις αναγνώσεις του. Πασιφανώς.
Από την άποψη των τεχνικών της γραφής. Το απρόοπτο, το χιούμορ, η παρωδία είναι κλειδιά της γραφής του Χαρτοματσίδη, και τα τρία προαπαιτούν όμως για να λειτουργήσουν "γνώση". Όλα τους ως στοιχεία ύφους λειτουργούν στα μονόπρακτα, κι εκτός απ' αυτά ο αναγνώστης εντοπίζει "νεόκοπες" τεχνικές -σοκ για τον θεατή,- προερχόμενες από το θέατρο της σκληρότητας ή και κλασικές τεχνικές όπως αυτή του θεάτρου μέσα στο θέατρο.